ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ - ΤΙ ΕΙΝΑΙ

Η ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Η νόμιμη μοίρα ορίζεται στο άρθρο 1825 του Αστικού Κώδικα, το οποίο αναφέρει ότι οι κατιόντες και οι γονείς του κληρονομούμενου, καθώς και ο σύζυγος που επιζεί, οι οποίοι θα είχαν κληθεί ως εξ’ αδιαθέτου κληρονόμοι, έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία. Η νόμιμη μοίρα είναι το μισό της εξ’ αδιαθέτου μερίδας. Ο μεριδιούχος κατά το ποσοστό αυτό μετέχει ως κληρονόμος. Με απλά λόγια η περιουσία ενός προσώπου που αποβιώνει δεν είναι πλήρως ελεύθερη να τη μοιράσει στους συγγενείς του. Οφείλει να διατηρήσει ένα ελάχιστο μερίδιο, επιφυλαγμένο υπέρ των τέκνων και του συζύγου που επιζεί, ώστε να μεταβιβαστεί σε αυτούς. Επίσης ο κληρονομούμενος δεν μπορεί να μεταβιβάσει σε ένα εκ των τέκνων του ολόκληρη την περιουσία του και σε άλλο τίποτα. Το μερίδιο αυτό λέγεται νόμιμη μοίρα.

Δηλαδή αυτομάτως κάποιο τέκνο που δεν το έχει αποκληρώσει ο γονέας του, καθίσταται κληρονόμος στο ποσοστό που του αντιστοιχεί, το οποίο είναι το μισό από όσο θα έπαιρνε αν ο γονέας δεν είχε αφήσει διαθήκη. Έτσι, για να καταστεί σαφές με ένα απλό παράδειγμα, αν ο αποθανών πατέρας είχε ένα ακίνητο και το έδωσε μόνο στο ένα τέκνο (χωρίς να έχει σύζυγο που επιζεί), τότε το άλλο τέκνο αυτόματα λαμβάνει σε ποσοστό νόμιμης μοίρας το 25% επί αυτού.

ΙΙ. Υπολογισμός της νόμιμης μοίρας

Ο υπολογισμός της νόμιμης μοίρας δεν είναι απλός, τουναντίον αποτελεί μία σύνθετη διαδικασία που διαμορφώνεται σύμφωνα με όσα προβλέπει το άρθρο 1831 του Αστικού Κώδικα. Για τον υπολογισμό της λαμβάνονται υπόψιν τόσο η κατάσταση όσο και η αξία της κληρονομιάς κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου. Από το συνολικό αυτό ποσό αφενός αφαιρούνται τα χρέη και οι δαπάνες τόσο της κηδείας όσο και της απογραφής της κληρονομίας και αφετέρου προστίθενται με την αξία που είχαν κατά το χρόνο της παροχής οτιδήποτε ο κληρονομούμενος παραχώρησε, όσο ζούσε, σε μεριδιούχο είτε χωρίς ανταλλάγματα είτε με άλλο τρόπο και επίσης οποιαδήποτε δωρεά που ο κληρονομούμενος έκανε στα τελευταία δέκα χρόνια πριν από το θάνατό του, εκτός αν την επέβαλαν λόγοι ευπρεπείας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον.

ΙΙΙ. Αποκλήρωση κληρονόμου

Ο όρος της αποκλήρωσης συνεπάγεται τη στέρηση του δικαιώματος της νόμιμης μοίρας, ο νόμος προβλέπει συγκεκριμένες προϋποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 1839 και 1840 του Αστικού Κώδικα, υπό τις οποίες ο διαθέτης έχει το δικαίωμα να αποκληρώσει κάποιο κληρονόμο από το ποσοστό της νόμιμης μοίρας του.

Ειδικότερα, πρέπει να συντρέχουν διαζευκτικά μία εκ των κατωτέρω περιπτώσεων: α) ο μεριδιούχος-κληρονόμος να επιβουλεύτηκε τη ζωή του διαθέτη, του συζύγου ή άλλου κατιόντος του διαθέτη, β) να προκάλεσε με πρόθεση σωματικές κακώσεις στο διαθέτη ή στη σύζυγό του, γ) να έγινε ένοχος κακουργήματος ή σοβαρού πλημμελήματος με πρόθεση κατά του διαθέτη ή του συζύγου του, δ) να αθέτησε κακόβουλα την υποχρέωση που είχε από το νόμο να διατρέφει το διαθέτη, ε) να ζει βίο άτιμο ή ανήθικο, παρά τη θέληση του διαθέτη. Ωστόσο, η αποκλήρωση για το λόγο αυτό είναι άκυρη, αν ο  κατιών κατά το θάνατο του διαθέτη είχε οριστικά εγκαταλείψει τον άτιμο ή ανήθικο βίο.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί πως σε περίπτωση αποκλήρωσης ή παραίτησης κάποιου από το ποσοστό της νόμιμης μοίρας, το δικαίωμα αυτό αποκτούν οι μεριδιούχοι που τον διαδέχονται κατά τη σειρά της εξ’ αδιαθέτου διαδοχής.

IV. Προσβολή της νόμιμης μοίρας

Η προσβολή της νόμιμης μοίρας των νομίμων κληρονόμων, όταν ο διαθέτης αφήνει όλη την περιουσία του σε τρίτους και αποκλείει τέκνα ή σύζυγο δύναται να επέλθει από το συνδυασμό των άρθρων 1825 και 1829 του Αστικού Κώδικα τα οποία αναφέρουν τα εξής: άρθρο 1825 ΑΚ, παρ. 1 «Οι κατιόντες και οι γονείς του κληρονομουμένου, καθώς και ο σύζυγος που επιζεί, οι οποίοι θα είχαν κληθεί ως εξ’ αδιαθέτου κληρονόμοι, έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία. Η νόμιμη μοίρα είναι το μισό της εξ’ αδιαθέτου μερίδας». Άρθρο 1829 ΑΚ: «Κάθε περιορισμός του μεριδούχου από τη διαθήκη, όσο βαρύνει τη νόμιμη μοίρα, θεωρείται σαν να μην έχει γραφεί». 

Επομένως, δικαίωμα επί της νόμιμης μοίρας, έχουν τα τέκνα, οι γονείς και η σύζυγος του θανόντος, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι βρίσκονται εν ζωή, το οποίο ισούται με το μισό της μερίδας που θα έπαιρναν, αν δεν υπήρχε  διαθήκη. Το δικαίωμα για προσβολή της διαθήκης, πρέπει να ασκείται εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευσή της διότι με το πέρας της συγκεκριμένης χρονικής προθεσμίας επέρχεται παραγραφή

V. Αγωγή περί κλήρου

Η αγωγή περί κλήρου προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 1871 και επόμενα του Αστικού Κώδικα, αποτελώντας το βασικότερο ένδικο μέσο με το οποίο προστατεύεται ο μεριδιούχος σε περίπτωση που το κληρονομικό του δικαίωμα προσβληθεί κατόπιν της επαγωγής της κληρονομίας. Ο κάθε κληρονόμος νομιμοποιείται ενεργητικά να ασκήσει την αγωγή περί κλήρου που έχει προσβληθεί το κληρονομικό του δικαίωμα και στρέφεται κατά οποιουδήποτε τρίτου που παρακρατεί ως κληρονόμος αντικείμενα της κληρονομίας. Με τη συγκεκριμένη αγωγή ο ενάγων επικαλείται και υποστηρίζει αφενός την κληρονομική του ιδιότητα και αφετέρου ότι ο εναγόμενος κατακρατεί ως κληρονόμος την κληρονομία ή αντικείμενα αυτής εξ’ ολοκλήρου ή κατά το ποσοστό πλέον της κληρονομικής του μερίδας.