Η ΠΤΩΧΕΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΤΩΧΕΥΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Η πτώχευση μιας επιχείρησης αποτελεί μια νομική διαδικασία που αποσκοπεί στη ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη όταν αυτός αδυνατεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις. Η διαδικασία διέπεται από τον Πτωχευτικό Κώδικα (Ν. 4738/2020), ο οποίος εισήγαγε σημαντικές αλλαγές στον τρόπο αντιμετώπισης της αφερεγγυότητας φυσικών και νομικών προσώπων.

Προϋποθέσεις Πτώχευσης:

Για να κηρυχθεί μια επιχείρηση σε πτώχευση, πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:

• Ο οφειλέτης να είναι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο που ασκεί εμπορική ή επαγγελματική δραστηριότητα και επιδιώκει οικονομικό σκοπό.

• Να έχει παύσει τις πληρωμές του, δηλαδή να βρίσκεται σε κατάσταση αδυναμίας να ικανοποιήσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές του υποχρεώσεις για τουλάχιστον 6 μήνες.

• Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές να είναι πάνω από 30.000€.

• Να υπάρχει οικονομική βιωσιμότητα της διαδικασίας, δηλαδή η πτωχευτική περιουσία να επαρκεί για την κάλυψη των εξόδων της πτώχευσης διαφορετικά διατάσσεται η καταχώρισή του στο ΗΜΦ (Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας)


Η Διαδικασία Κήρυξης Πτώχευσης:

Α. Αίτηση Πτώχευσης

Η αίτηση πτώχευσης μπορεί να υποβληθεί από:

• Τον ίδιο τον οφειλέτη.

• Τους πιστωτές του.

• Την Εφορία ή άλλες δημόσιες αρχές.

Η αίτηση κατατίθεται στο αρμόδιο Πτωχευτικό Δικαστήριο, το οποίο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης εκτός κι αν πρόκειται για πτώχευση μικρού αντικειμένου και επομένως αρμόδιο είναι το Πρωτοδικείο (πρώην Ειρηνοδικείο) της περιφέρειας της επιχείρησης.

Β. Έκδοση Δικαστικής Απόφασης

Το δικαστήριο εξετάζει την αίτηση και εφόσον διαπιστώσει τις προϋποθέσεις αφερεγγυότητας, εκδίδει απόφαση κήρυξης πτώχευσης. Η απόφαση περιλαμβάνει τα εξής:

• Διατάσσεται η σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας και καθορίζεται αν θα εκποιηθούν τα περιουσιακά στοιχεία κατ’ιδίαν ή ως σύνολο της επχιείρησης.

• Καθορίζεται η ημερομηνία παύσης των πληρωμών.

• Διορίζεται Σύνδικος Πτώχευσης, ο οποίος αναλαμβάνει τη διαχείριση της πτωχευτικής περιουσίας.

• Αναστέλλονται  οι ατομικές  διώξεις από πιστωτές.

• Διατάσσεται η απογραφή και εκποίηση της περιουσίας του οφειλέτη προκειμένου να ρευστοποιηθεί και να ικανοποιηθούν οι πιστωτές.


Συνέπειες της Πτώχευσης:

• Ο οφειλέτης χάνει τη διοίκηση και διάθεση της περιουσίας του.

• Αναστέλλεται η δυνατότητα εκτέλεσης από τους πιστωτές και επομένως επέρχεται απαγόρευση αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος του οφειλέτη συμπεριλαμβανομένης και της διοικητικής εκτέλεσης από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και του Δημοσίου.

• Παύουν οι τόκοι που προκύπτουν από τις απαιτήσεις των πιστωτών.

• Η κήρυξη σε πτώχευση οδηγεί στην λύση όλων των εκκρεμών συμβάσεων τιυ οφειλέτη αρχής γενομένης την 60η ημέρα από την κήρυξη της πτώχευσης.

• Ο σύνδικος προχωρά στην εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη για την ικανοποίηση των πιστωτών.

• Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, οι εκπρόσωποι της εταιρείας μπορούν να λάβουν απαλλαγή από τα χρέη της εντός 1-3 ετών, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 195 του νΠτΚ.

Συμπερασματικά, η πτώχευση μιας επιχείρησης είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό. Παράλληλα, η νέα πτωχευτική νομοθεσία παρέχει δυνατότητες δεύτερης ευκαιρίας στους επιχειρηματίες, εξασφαλίζοντας τόσο τη ρύθμιση των χρεών όσο και την προστασία των δικαιωμάτων των πιστωτών. Για τον λόγο αυτό, η συμβουλή ενός εξειδικευμένου νομικού ή οικονομικού συμβούλου είναι απαραίτητη, ώστε να αξιολογηθούν οι εναλλακτικές λύσεις, να διασφαλιστούν τα δικαιώματα του οφειλέτη και να επιλεγεί η βέλτιστη στρατηγική διαχείρισης των χρεών.

 

*Το γραφείο μας έχει μεγάλη εμπειρία σε ζητήματα πτωχεύσεων επιχειρήσεων και μπορεί να σας συνδράμει ορθά και αποτελεσματικά σε όλα τα στάδια της διαδικασίας πτώχευσης της επιχείρησής σας. Για περαιτέρω νομικές συμβουλές ή για την ανάθεση της υπόθεσής σας στο γραφείο μας μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στο τηλ. 2106437746 ή με email στο info@vlc-law.gr. Σημειώνεται ότι απαγορεύεται βάσει Κώδικα περί Δικηγόρων η παροχή νομικών συμβουλών άνευ της ανάλογης αμοιβής (άρθρο 57 Ν. 4194/2013).